Logodiatrofis.gr
Έρευνα

Ο έλεγχος του διαβήτη στις μητέρες μπορεί να επηρεάσει το μυαλό των παιδιών

Eγκυμοσύνη:Eλεγχος του σακχάρου στο αίμα επηρεάζει την οξυδέρκεια των παιδιών.

Για τις εγκύους με διαβήτη τύπου 1, ο σωστός έλεγχος του σακχάρου στο αίμα μπορεί να επηρεάσει το κατά ποσό τα παιδιά τους μπορούν να αποδώσουν στα σχολικά τους χρόνια.

Γενικά τα παιδιά που έχουν γεννηθεί από μητέρες με διαβήτη τύπου 1, κατάφεραν να έχουν παρόμοιους βαθμούς σε σύγκριση με τα άλλα παιδιά, έδειξε η μελέτη.

Τα παιδιά με διαβητικές μητέρες οι οποίες δεν είχαν το σάκχαρο υπό έλεγχο,οι ακαδημαϊκές τους επιτυχίες ήταν κάπως αποκλίνουσες σε σχέση με τα άλλα παιδιά.

Οι συγγραφείς του άρθρου προειδοποιούν πως στο περιοδικό της περίθαλψης του διαβήτη, δεν είναι ξεκάθαρο εάν η έκθεση σε υψηλό σάκχαρο στο αίμα κατά την εγκυμοσύνη επηρεάζει τους εγκεφάλους των παιδιών.

Αλλά ούτε γνωρίζουμε εάν οι οικογενειακοί παράγοντες επηρέαζαν την ικανότητα των μητέρων να ελέγχουν το σάκχαρο στο αίμα, που με την σειρά του επηρεάζει τις γνωστικές ικανότητες των παιδιών.

”Ο επαρκής έλεγχος του διαβήτη πριν, αλλά και κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι σημαντικός για πολλούς λόγους όπως το να αποφευχθεί το ρίσκο για γενετικές ανωμαλίες , προεκλαμψία , πρόωρο τοκετό ,μωρά με αυξημένο βάρος κατά τη γέννηση και χαμηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα του νεογέννητου” είπε η Δρ. florensce brown, διευθυντής του διαβητικού κέντρου του Josilin.

”Βλέπουμε μια συσχέτιση μεταξύ υψηλού σακχάρου του αίματος κατά την εγκυμοσύνη και την κακή ακαδημαϊκή επιτυχία των απογόνων.” είπε ο Brown.

”Ενώ οι συγγραφείς προσπαθούν να προσαρμοστούν στην ιδέα για την επίδραση της εκπαίδευσης των γονέων στις εκπαιδευτικές επιδόσεις των παιδιών, μπορεί να υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τους απογόνους στην ακαδημαϊκή τους επίδοση”.

Οι συγγραφείς του άρθρου, οι οποίοι καθοδηγηθήκαν από τον Δρ. Sine Knor του πανεπιστημίου Aarhus, εξέτασαν τα ιατρικά αρχεία, τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα πριν της εγκυμοσύνης αλλά και κατά την εγκυμοσύνη για τις γυναίκες με διαβήτη τύπου 1 και χρησιμοποίησαν αρχεία σχολείων για να εξετάσει τις επιδόσεις των μαθητών.

Επίσης σύγκρινε αυτά τα παιδιά, με περισσότερα από 60,000 παρόμοια σχολεία οπού οι μητέρες των μαθητών δεν είχαν διαβήτη.

Τα παιδιά γεννημένα από μητέρες με ελεγχόμενα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, έτειναν στο να έχουν καλυτέρους βαθμούς από τον μέσο όρο, σε σύγκριση με τους συμμαθητές τους στον γενικό πληθυσμό.

Αυτό το αποτέλεσμα ήταν ιδιαίτερα αληθές για τα παιδιά που προέρχονται από μητέρες με καλό ιατρικό ιστορικό όσον αφορά το σάκχαρο στο αίμα κατά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης.

Άλλα και το αντίθετο ήταν επίσης αληθές.

Όταν οι μητέρες δεν είχαν σωστό έλεγχο του διαβήτη τους πριν, αλλά και κατά την διάρκεια εγκυμοσύνης, τα παιδιά τους είχαν χαμηλότερους βαθμούς. Τα παιδιά των μητέρων χωρίς διαβήτη είχαν επίσης καλυτέρους βαθμούς από αυτά τα παιδιά.

Η ερευνητική ομάδα επίσης έδειξε πως υπήρχε μια δυνατή σχέση μεταξύ του επιπέδου μόρφωσης της μητέρας και του επιπέδου του σακχάρου.

Όσο πιο μορφωμένες ήταν οι γυναίκες, τόσο καλύτερα φαινόταν να ελέγχουν τον διαβήτη.

Υπήρξε επίσης ένας δυνατός συσχετισμός με την μόρφωση των γονέων και των βαθμών των παιδιών στο σχολειό.

Αλλά ακόμα και όταν η ερευνητική ομάδα πήρε αυτό το δεδομένο υπ όψιν, η σχέση μεταξύ του σακχάρου στην εγκυμοσύνη και τους βαθμούς των παιδιών παρέμειναν.

Ο Brown υπέδειξε πως τα κοινωνικά, ψυχολογικά και γνωστικά δεδομένα στις μητέρες εκτός από τα διδακτικά επιτεύγματα θα περιμέναμε να βελτιώνουν τον έλεγχο του διαβήτη και να εμπλουτίσουν το μαθητικό περιβάλλον του παιδιού της.

”Αυτό μπορεί να επιβεβαιωθεί από το γεγονός ότι οι γυναίκες με καλύτερο έλεγχο του διαβήτη στην εγκυμοσύνη, είχαν απογόνους που είχαν καλύτερες επιδώσεις στον ακαδημαϊκό χώρο από απογόνους γυναικών χωρίς διαβήτη”.

”Οι συγγραφείς της έρευνας εγκρίνουν αυτόν τον ισχυρισμό ως μια πιθανή εξήγηση για τα ευρήματα τους”.

Αυτά τα αποτελέσματα ισχύουν μόνο για ασθενείς διαβήτη τύπου 1, του λιγότερο συνήθη τύπου της ασθένειας που τυπικά ξεκινά στην παιδική ηλικία και πρέπει να ελεγθεί με χορηγούμενη ινσουλίνη, λένε οι ερευνητές.

Ο διαβήτης τύπου 2 που είναι πιο συχνός κατά την ενηλικίωση , έχει διαφορετικούς και βαθύτερους λόγους ύπαρξης.

Επιπρόσθετα, ο διαβήτης κύησης είναι μια ξεχωριστή πάθηση η οποία συμβαίνει κατά την εγκυμοσύνη και συνήθως εξαφανίζεται με το τέλος της.

”Δεν γνωρίζω καμία παρόμοια έρευνα που να έγινε με γυναίκες που είχαν διαβήτη κύησης η διαβήτη τύπου 2” είπε ο Δρ.Jorge Η. Mestman Διευθυντής των πανεπιστήμιου της νότιας Καλιφορνία, κέντρο του διαβήτη και κέντρο μεταβολικών ασθενειών στο Λος Άντζελες.” Οπότε δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιήσουμε αυτά τα αποτελέσματα και στους άλλους τύπου διαβήτη”.

Συνολικά, η έρευνα είναι πολύ παραγωγική και τα αποτελέσματα είναι πολύ ενδιαφέροντα, άλλα ”χρειάζεται να επαναληφθεί” είπε ο Mestman.

Οι μητέρες με κακό έλεγχο των επιπέδων σακχάρου, μπορούν να έχουν και άλλες επιπλοκές και αυτός είναι ένας παράγοντας που πρέπει να λάβουμε υπ όψιν, πρόσθεσε.

Επιμέλεια κειμένου

Φίλιππος Σολάκης
Τελειοφ. Διαιτολόγος – Διατροφολόγος
Μέλος της Ομάδας Logodiatrofis.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ