Logodiatrofis.gr
Παθήσεις

Δυσανεξία στη λακτόζη

Διαβάστε παρακάτω για να μάθετε τι ορίζουμε “δυσανεξία στη λακτόζη“.

 

Η δυσανεξία στη λακτόζη (ένα σάκχαρο που βρίσκεται στο γάλα) οφείλεται στην αδυναμία του οργανισμού να την μεταβολίσει στο λεπτό έντερο. Η λακτόζη είναι ο κύριος υδατάνθρακας– σε διαφορετική κάθε φορά αναλογία – που υπάρχει στο γάλα και στα υπόλοιπα γαλακτοκομικά προϊόντα, όπως το γιαούρτι, το παγωτό, τα μαλακά τυριά και το βούτυρο.

Τι προκαλεί τη δυσανεξία στη λακτόζη;

Ο μεταβολισμός της λακτόζης γίνεται στο λεπτό έντερο από ένα ένζυμο που ονομάζεται λακτάση.

Το ένζυμο αυτό επιτρέπει στο σώμα να διασπάσει την λακτόζη σε δύο απλά σάκχαρα, τη γλυκόζη και τη γαλακτόζη. Αυτά απορροφώνται γρήγορα από το έντερο και με τον τρόπο αυτό το σώμα παίρνει την απαραίτητη ενέργεια.

Το επίπεδο του ενζύμου λακτάση ποικίλλει από άτομο σε άτομο, όπως επίσης ποικίλλει και η σοβαρότητα των συμπτωμάτων που προκαλούνται από τη δυσανεξία στη λακτόζη.

Συνεπώς, μερικοί άνθρωποι μπορεί να υποφέρουν σε μεγάλο βαθμό ακόμη και μετά από μικρή κατανάλωση λακτόζης, ενώ άλλοι μπορούν να καταναλώνουν μικρές ποσότητες λακτόζης, όπως το γάλα στον καφ, ή  μεγαλύτερες ποσότητες διάσπαρτες καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας.

Τα συμπτώματα ποικίλλουν από ήπια κοιλιακή δυσφορία, πρήξιμο και έκλυση αερίων (μετεωρισμός ή τυμπανισμός) έως κοιλιακούς πόνους, κολικούς και διάρροια.

Σπάνια, γεννιέται κανείς με πλήρη δυσανεξία στη λακτόζη.

Μερικοί άνθρωποι, ειδικά όσοι προέρχονται από συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, είναι πιθανό να αναπτύξουν δυσανεξία στη λακτόζη σταδιακά, καθώς γερνούν.

Η συχνότητα εμφάνισης είναι υψηλότερη μεταξύ όσων κατάγονται από την Ασία, τη Μέση Ανατολή, τη Νότια Ευρώπη, την Αφρική ή μεταξύ ομάδων Αβοριγίνων της Αυστραλίας, ενώ απαντάται λιγότερο συχνά σε όσους κατοικούν στον ευρωπαϊκό χώρο. Η δυσανεξία στη λακτόζη μπορεί επίσης να εμφανιστεί μετά από μια κρίση γαστρεντερίτιδας.

Σε αυτή την περίπτωση, όμως, είναι προσωρινή  και υποχωρεί μόνη της ύστερα από λίγες εβδομάδες.

Διατροφικές οδηγίες για την ανακούφιση των συμπτωμάτων της δυσανεξίας στη λακτόζη

Οι αλλαγές που θα πρέπει κανείς να κάνει στη διατροφή του, αν παρουσιάσει δυσανεξία στη λακτόζη, περιλαμβάνουν, πρώτα από όλα, τον αποκλεισμό όσων τροφών έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε λακτόζη.

Εάν τα συμπτώματα υποχωρήσουν, τότε μπορεί κανείς να αρχίσει ξανά να καταναλώνει όσα τρόφιμα έχουν μικρή σχετικά ποσότητα λακτόζης και να συνεχίσει να προσέχει τη διατροφή του, παρακολουθώντας τα συμπτώματα).

Οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να καθορίσουν το επίπεδο ανοχής του οργανισμού τους στη λακτόζη.

Πολύ σπάνια είναι κανείς τόσο ευαίσθητος στη λακτόζη που να χρειάζεται να αποκλείσει ακόμη και τροφές με πολύ χαμηλή περιεκτικότητα σε λακτόζη, όπως είναι τα μπισκότα, τα κέικ και άλλα επεξεργασμένα τρόφιμα.

Στην περίπτωση, λοιπόν, που βασικές τροφές αποκλείονται από τη διατροφή, είναι σημαντικό να καταναλώνονται τα αντίστοιχα υποκατάστατα.

Πόση περιεκτικότητα σε λακτόζη έχουν ορισμένα γαλακτοκομικά προϊόντα;

Η περιεκτικότητα των γαλακτοκομικών προϊόντων σε λακτόζη ποικίλλει σε σημαντικό βαθμό, ενώ το ίδιο ισχύει και ανάλογα με τις μερίδες που καταναλώνονται. Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει την περιεκτικότητα σε λακτόζη μίας κανονικής μερίδας ορισμένων γαλακτοκομικών τροφίμων.

Ορισμένα γαλακτοκομικά, όπως το τυρί, είναι γενικά ανεκτά λόγω της χαμηλής περιεκτικότητάς τους σε λακτόζη. Επίσης, το γιαούρτι μπορεί να είναι ανεκτό από αρκετούς, αφού μέρος της λακτόζης έχει υποστεί ζύμωση από τα βακτήρια που περιέχονται σε αυτό.

ΠΡΟΙΟΝ

ΜΕΡΙΔΑ

ΛΑΚΤΟΖΗ
(γραμ.)

ΓΑΛΑ – κανονικά λιπαρά

1 φλιτζάνι/250 ml

12

ΓΑΛΑ – χαμηλά λιπαρά

1 φλιτζάνι/250 ml

13

ΓΙΑΟΥΡΤΙ – κανονικά λιπαρά

200 gr

9

ΓΙΑΟΥΡΤΙ – χαμηλά λιπαρά

200 gr

12

Συστήνονται μόνο τα σκληρά (Kασέρι, κεφαλοτύρι, γραβιέρα, cheddar, emmental, kerrygold) και ημίσκληρα (gouda, edam, Roquefort, brick)

100 gr

1-3

ΒΟΥΤΥΡΟ

1 κουτ. γλυκού

0.03

ΠΑΓΩΤΟ

2 μπάλες
50 gr

3

Υποκατάστατα  για τα γαλακτοκομικά που περιέχουν λακτόζη

Υπάρχει πλέον διαθέσιμη και μία μεγάλη ποικιλία από γάλατα υψηλής παστερίωσης (UHT) και φρέσκα γάλατα σόγιας, γιαούρτια και παγωτά χωρίς λακτόζη. Θα πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι είναι καλύτερα, όταν αυτά τα τρόφιμα είναι εμπλουτισμένα με ασβέστιο. Προκειμένου να αυξήσετε κατά το μαγείρεμα την περιεκτικότητα σε ασβέστιο, μπορείτε να προσθέσετε σε κέικ, γλυκά και σάλτσες σκόνη γάλακτος σόγιας. Το γάλα σόγιας μπορεί να χρησιμοποιηθεί ελεύθερα στο μαγείρεμα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, όπως θα κάνατε με το αγελαδινό γάλα. Στα παγωτά χωρίς λακτόζη περιλαμβάνονται και όσα βασίζονται σε γάλα σόγιας και πολλές γρανίτες με γεύση φρούτων.

Για όσους πάλι δεν τους αρέσει το γάλα σόγιας (ή απλά προτιμούν το αγελαδινό) κυκλοφορεί στο εμπόριο μια μεγάλη ποικιλία γαλακτοκομικών προϊόντων  χαμηλής περιεκτικότητας σε λακτόζη, τα οποία αποτελούν προϊόντα υψηλής παστερίωσης και διατίθενται στα ράφια των σούπερ μάρκετ.

Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΛΟΓΩ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ (τεύχος Δεκεμβρίου) που κυκλοφορεί με το ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ