Logodiatrofis.gr
Ψυχολογία

Διατροφή: σωματική ανάγκη ή τρόπος έκφρασης;

Ο βασικός λόγος για την κατανάλωση τροφίμων είναι το αίσθημα της πείνας και ο κορεσμός. Εντούτοις, η ποιότητα των τροφίμων, η ποσότητα που καταναλώνουμε, η χρονική διάρκεια και η συχνότητα των γευμάτων μας επηρεάζονται συχνά τόσο από την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του κάθε ατόμου, όσο και από το χαρακτήρα, το φύλο και την ηλικία μας.

Συγκεκριμένα, οι γυναίκες συγκριτικά με τους άντρες είναι περισσότερο ευαισθητοποιημένες σε θέματα διατροφής και τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας θεωρούν ιδιαίτερα σημαντικά τα θέματα υγείας. Έτσι, οι παραπάνω ομάδες έχει διαπιστωθεί ότι προτιμούν τρόφιμα χαμηλά σε λίπος και θερμίδες (άπαχα γαλακτοκομικά, φρούτα, λαχανικά, ψάρι).

Επιπρόσθετα, οι χαμηλού εισοδήματος κοινωνικές ομάδες καταναλώνουν μικρή ποσότητα φρούτων και λαχανικών. Αντίθετα, επιλέγουν τρόφιμα πλούσια σε θερμίδες και φτωχά σε ωφέλιμα συστατικά, δεδομένου ότι το κόστος τους είναι συχνά χαμηλότερο από εκείνο των πιο θρεπτικών τροφίμων. Επιπλέον, η έλλειψη κατάλληλων και ασφαλών συνθηκών συντήρησης και προετοιμασίας των φαγητών αυξάνει την κατανάλωση έτοιμου φαγητού, το οποίο έχει υψηλότερο θερμιδικό περιεχόμενο. Συνεπώς, άτομα χαμηλής κοινωνικοοικονομικής κατάστασης είναι συχνότερα υπέρβαρα ή παχύσαρκα.

Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι οι διατροφικές μας συνήθειες είναι άμεσα συνδεδεμένες με τη συναισθηματική μας κατάσταση. Άνθρωποι που βιώνουν καταστάσεις ανίας, κατάθλιψης και κόπωσης, καταναλώνουν αυξημένη ποσότητα φαγητού και τρόφιμα με έντονη γεύση, πλούσια σε λίπος και θερμίδες (π.χ.γλυκά), με αποτέλεσμα να έχουν συχνά αυξημένο σωματικό βάρος. Αντίθετα, όταν είμαστε αγχωμένοι, μειώνεται σημαντικά η κατανάλωση και η διάθεση για φαγητό και αυξάνεται αντίστοιχα η κατανάλωση υγρών (π.χ.καφέ), που προσλαμβάνονται εύκολα, με άμεση συνέπεια να μειώνεται το βάρος μας. Επίσης, φαίνεται ότι ο θυμός, ο φόβος και η λύπη προκαλούν αύξηση παρορμητικού φαγητού, δηλαδή τρώμε γρήγορα, τσιμπολογάμε συνέχεια μεγάλες ποσότητες φαγητού χωρίς να δίνουμε σημασία στο είδος της τροφής. Επιπλέον, η διατροφική μας συμπεριφορά εξαρτάται και από την κοινωνικότητά μας. Πολλές έρευνες έχουν δείξει ότι τρώμε περισσότερο όταν είμαστε με τους φίλους και την οικογένειά μας από ότι όταν τρώμε μόνοι. Επιπρόσθετα, όσο πιο συχνά πηγαίνουμε για φαγητό με άλλα άτομα τόσο περισσότερο αυξάνεται και η ποσότητα φαγητού που καταναλώνουμε.

Τέλος, η επιστημονική βιβλιογραφία υποστηρίζει ότι τα επίπεδα σωματικού βάρους και τα συναισθήματά μας αντιστοιχούν και σε έναν ξεχωριστό τύπο διατροφικής συμπεριφοράς:
 

  1. όσοι περιορίζουν την κατανάλωση φαγητού υπό το φόβο του πάχους (restrained eaters) αυξάνουν την πρόσληψη τροφής,
  2. όσοι τρώνε ανάλογα με τη διάθεσή τους (emotional eaters) καταναλώνουν περισσότερα γλυκά και λιπαρά τρόφιμα,
  3. όσοι τσιμπολογούν πολύ (binge eaters) τείνουν να υπερβάλουν στο φαγητό τους, ενώ
  4. τα άτομα φυσιολογικού βάρους, που η αυτοπεριοριστική και η βάσει συναισθήματος κατανάλωση φαγητού κυμαίνεται σε φυσιολογικά πλαίσια (normal eaters), έχουν και πιο ισορροπημένες διατροφικές συνήθειες.

Είναι κατανοητό λοιπόν ότι το φαγητό αποτελεί περισσότερο τρόπο έκφρασης, παρά μέσο ικανοποίησης του αισθήματος πείνας. Όμως, δεδομένου ότι τα θρεπτικά συστατικά των τροφίμων είναι το καύσιμο του σώματός μας, οφείλουμε να διατηρούμε όσο το δυνατόν καλύτερες διατροφικές συνήθειες, προκειμένου να λειτουργεί σωστά ο οργανισμός μας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ