Logodiatrofis.gr
Έρευνα

Ο θηλασμός φαίνεται να είναι προστατευτική ασπίδα κατά της αύξησης βάρους

Θηλασμός

Σχετίζεται ο θηλασμός με αύξηση του βάρους στην παιδική ηλικία;

Ο θηλασμός κατά τους πρώτους 4-6 μήνες ζωής των εμβρύων μπορεί να είναι προστατευτικός έναντι της αύξησης βάρους στην παιδική ηλικία.

Το εύρημα αυτό προήλθε από την πανευρωπαϊκή μελέτη IDEFICS (Identification and prevention of Dietary- and lifestyle-induced health EFfects In Children and infantS) και υποστηρίζει τις τρέχουσες συστάσεις για το θηλασμό.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συστήνει στις μητέρες αποκλειστικό θηλασμό, δηλαδή ως μοναδική πηγή θρέψης να είναι το μητρικό γάλα, για τους πρώτους έξι μήνες της ζωής τους.

Αυτό βασίζεται σε στοιχεία ότι  τα βρέφη που θηλάζουν έχουν μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης νόσων, συμπεριλαμβανομένων γαστρεντερικών διαταραχών και λοιμώξεων του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος. Η σύνδεση, ωστόσο, του θηλασμού με το υπερβάλλον βάρος παραμένει ασαφής.

Για να ερευνηθεί η ακριβής επίδραση του αποκλειστικού θηλασμού στον κίνδυνο αύξησης βάρους του παιδιού, οι ερευνητές μελέτησαν τα δεδομένα από τη μελέτη IDEFICS για 14.726 παιδιά από οκτώ Ευρωπαϊκές χώρες.

Ο αριθμός των αγοριών και των κοριτσιών ήταν περίπου ίδιος, ηλικίας μεταξύ 2 και 9. Οι ερευνητές υπολόγισαν τον Δείκτη Μάζας Σώματος των παιδιών, το λόγο της περιφέρειας μέσης προς την περιφέρεια γοφών και τα ποσοστά του σωματικού τους λίπους.

Επιπλέον, συλλέχθηκαν πληροφορίες για την διάρκεια του θηλασμού τους και μεταβλητές όπως το βάρος της μητέρας, η εκπαίδευση της, το οικογενειακό εισόδημα και την δομή της οικογένειας.

Η ανάλυση των δεδομένων αποδεικνύουν ότι ο αποκλειστικός θηλασμός για 4-6 μήνες μπορεί να μειώσει την πιθανότητα αύξησης βάρους του παιδιού, ενώ ο πλήρης εξάμηνος θηλασμός προσφέρει υψηλότερη προστασία. Η σχέση αυτή ισχύει ακόμα και στη σύγκριση μεταξύ μεταβλητών όπως η ηλικία, το φύλο, η χώρα προέλευσης και διάφοροι οικογενειακοί παράγοντες.

Μικρότερη διάρκεια θηλασμού (1-3 μήνες) δεν προσφέρει σημαντική προστασία έναντι της αύξησης βάρους,  ενώ μεγαλύτερης διάρκειας θηλασμός (7-12 μήνες) δεν προσδίδει επιπλέον προστασία.

Μεγάλος αριθμός εξηγήσεων υπάρχουν για τον λόγω του ότι ο θηλασμός συμβάλλει στην μείωση της παιδικής παχυσαρκίας.

Πρώτον, έχει προταθεί ότι ο θηλασμός επιτρέπει στα βρέφη να ανταποκρίνονται στο εσωτερικό συναίσθημα της πείνας παρά στο προγραμματισμένο τάισμα. Δεύτερον, ο θηλασμός ενδέχεται να επηρεάζει το επίπεδο των ορμονών όπως η ινσουλίνη που, με τη σειρά, μπορεί να έχει επίδραση στην παχυσαρκία αργότερα στην παιδική ηλικία.

Τέλος, η ερεύνα δείχνει ότι η λειτουργία του εντέρου, και μαζί με αυτό η αξιοποίηση των θρεπτικών συστατικών διαμορφώνεται από τη διατροφή. Δεδομένου ότι η σύνθεση του μητρικού γάλακτος είναι διαφορετική με τον τύπο, και τις αλλαγές ανάλογα με την περίοδο του θηλασμού, αυτό μπορεί να εξηγήσει μέρος της παρατηρούμενης μεταβολής.

Ωστόσο, όλα αυτά δεν σημαίνει ότι χρειάζεται να βασίζονται σε πρότυπα που προορίζουν ένα παιδί να γίνει υπέρβαρο.

Οι μελετητές αναγνώρισαν μερικούς περιορισμούς στην έρευνα τους, δηλαδή, την αποκλειστική γονική δήλωση των δεδομένων, σε σχέση με τις πρακτικές σίτισης, καθώς και το γεγονός ότι τα ευρήματά τους δεν είναι αντιπροσωπευτικά σε επίπεδο χώρας.

Παρόλα αυτά, χρησιμοποίει ένα μεγάλο και ποικίλο πληθυσμό και μπόρεσαν να ελέγξουν έναν μεγάλο αριθμό μεταβλητών.

Η μελέτη έτσι, παρέχει κάποια ενδιαφέρουσα εικόνα για τη σχέση μεταξύ του θηλασμού και της παιδικής παχυσαρκίας, και υποστηρίζει τις τρέχουσες συστάσεις για τον αποκλειστικό θηλασμό στα βρέφη για τους πρώτους έξι μήνες της ζωής τους.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ