Logodiatrofis.gr
ΠαθήσειςΥγεία

Διαβήτης Κύησης και Διατροφή

Η περίοδος της εγκυμοσύνης αποτελεί μια ιδιαίτερη εποχή στην ζωή της γυναίκας καθώς λαμβάνει μέρος μια σειρά αλλαγών τόσο στον οργανισμό όσο και στην ψυχολογία της.

Μια φυσιολογική εγκυμοσύνη διαρκεί 40 εβδομάδες (ή 9 μήνες). Μεταξύ προληπτικών μέτρων που πρέπει να παρθούν πριν ή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης (π.χ. επαρκή ποσότητα βιταμινών και ιχνοστοιχείων), είναι τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα της μητέρας.

Αν εντοπιστούν υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα, τότε υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης διαβήτη κυήσεως. 

Ως διαβήτης κύησης ορίζεται οποιαδήποτε διαταραχή στον μεταβολισμό της γλυκόζης (των υδατανθράκων) που διαγιγνώσκεται ή εμφανίζεται για πρώτη φορά στην κύηση, συνήθως στο τέλος του δευτέρου τριμήνου, μετά την 24η εβδομάδα.

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, παράγονται ορμόνες από τον πλακούντα, οι οποίες συμβάλλουν στη φυσιολογική ανάπτυξη του εμβρύου.

Οι ορμόνες αυτές επιφέρουν αντίσταση στην ομαλή δράση της ινσουλίνης, της ορμόνης που ρυθμίζει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα με αποτέλεσμα την εμφάνιση διαβήτη.

Ο διαβήτης κύησης υποχωρεί σχεδόν πάντα μετά την αφαίρεση του πλακούντα, αλλά μπορεί να ξαναεμφανιστεί σε επόμενη εγκυμοσύνη ή με την αύξηση της ηλικίας.

Σε ποσοστά πληθυσμού, απασχολεί περίπου το 10% του συνόλου ενώ οι πιθανότητες εμφάνισης αυξάνονται, κατά 15%,  σε συγκεκριμένες περιπτώσεις όπως:

  • Ηλικία άνω των  35 ετών
  • Φυλή (Λατίνοι, Αφροαμερικάνοι)
  • Παχύσαρκη ή Υπέρβαρη Μητέρα
  • Πρόσληψη υπερβολικού βάρους κατά την εγκυμοσύνη
  • Ιστορικό αντίστασης στην ινσουλίνη
  • Ιστορικό γέννησης νεογνού άνω των 4 κιλών
  • Ιστορικό ξαφνικού εμβρυικού θανάτου
  • Οικογενειακό ιστορικό Σακχαρώδη Διαβήτη
  • Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών

Επιπτώσεις του διαβήτη Κύησης

Η επίπτωση του Σακχαρώδους διαβήτη της κύησης έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια κυρίως λόγω της αυξημένης επίπτωσης της παχυσαρκίας στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας όσο και της μεγαλύτερης ηλικίας κατά την οποία περισσότερες γυναίκες τεκνοποιούν.

Όσον αφορά την πρόληψη, κάθε γυναίκα πρέπει να ελέγχεται στο πρώτο τρίμηνο της κύησης με έλεγχο σακχάρου νηστείας (ή γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης). Εάν το σάκχαρο νηστείας είναι >92 mg/dl (σε δύο διαφορετικές μετρήσεις) στον πρώτο έλεγχο μετά την επιβεβαίωση της εγκυμοσύνης, η έγκυος θεωρείται ότι πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη και πρέπει να συμβουλευτεί άμεσα ενδοκρινολόγο για την έναρξη κατάλληλης αγωγής. Εάν το σάκχαρο είναι φυσιολογικό στις πρώτες εξετάσεις, γίνεται επανέλεγχος μεταξύ της 24ης και 28ης εβδομάδας της κύησης. Τα αυξημένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα μπορούν να επηρεάσουν τόσο την γυναίκα όσο και το μωρό.

Οι πιο σημαντικές επιπτώσεις στην μητέρα είναι:

  • Πρόωρος τοκετός
  • Δυστοκία (δύσκολος τοκετός με κάποιες φορές να είναι απαραίτητη η καισαρική τομή λόγω αυξημένου βάρους του μωρού).
  •  Προεκλαμψία (αυξημένη αρτηριακή πίεση  και κυκλοφορικές διαταραχές κατά τη διάρκεια της κύησης).

Οι σημαντικότερες επιπτώσεις στο νεογνό είναι:

  • Μεγάλη αύξηση βάρους
  • Υπογλυκαιμία μετά τη γέννηση (λόγω υπερπαραγωγής ινσουλίνης από το πάγκρεας του μωρού).
  • Αυξημένη συχνότητα νεογνικού θανάτου.
  • Ίκτερος, αναπνευστική δυσχέρεια, χαμηλά επίπεδα ασβεστίου και μαγνησίου.
  • Αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης παιδικής/εφηβικής παχυσαρκίας και σακχαρώδη διαβήτη στο μέλλον.

Διαβήτης κύησης και Διατροφή

Οι γυναίκες οι οποίες, ήταν στο παρελθόν υπέρβαρες εμφανίζουν διπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη ενώ εκείνες που είναι παχύσαρκες οχταπλάσιο. Γι’ αυτό ιδιαίτερη σημασία αποτελεί η διατήρηση φυσιολογικού βάρους πριν την εγκυμοσύνη και ο έλεγχος του κατά τη διάρκεια αυτής.

Αν και οι ισορροπίες είναι πολύ λεπτές, μια έγκυος γυναίκα πρέπει να ακολουθεί μια ισορροπημένη διατροφή ώστε να καλύψει τις θρεπτικές ανάγκες της ίδιας και του εμβρύου αλλά ταυτόχρονα να διατηρεί τα επίπεδα γλυκόζης της στα επιθυμητά επίπεδα.

Προτιμήσετε να καταναλώνετε 3 τουλάχιστον γεύματα ημερησίως με 1-2 ενδιάμεσα σνακ, ώστε να ελέγχετε τις ποσότητες, το αίσθημα πείνας αλλά και να αποφύγετε τις απότομες αυξομειώσεις της γλυκόζης στο αίμα. Να θυμάστε ότι εξίσου σημαντική εκτός από την ποσότητα είναι και η ποιότητα του γεύματος. 

Η διατροφή πρέπει οπωσδήποτε να περιλαμβάνει 175g υδατάνθρακες στο ελάχιστο καθημερινά, καθότι η γλυκόζη είναι το κύριο καύσιμο για την ανάπτυξη του εμβρύου. Τα μεταγευματικά επίπεδα σακχάρου εξαρτώνται αποκλειστικά από το περιεχόμενο του γεύματος σε υδατάνθρακες. Καλό είναι να προτιμώνται σύνθετοι υδατάνθρακες, όπως τα τρόφιμα ολικής αλέσεως (ψωμί, δημητριακά/ζυμαρικά, καστανό ρύζι, κινόα, όσπρια, πλιγούρι) και λαχανικά, που επιδρούν λιγότερο στα μεταγευματικά επίπεδα σακχάρου απ’ ό,τι οι απλοί (άσπρο ψωμί, γλυκά, ζάχαρη).

Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη για τα φρούτα είναι έως 3 μερίδες, ενώ για τα γαλακτοκομικά προϊόντα 2-3 μερίδες. Με την κατανάλωση φρούτων μπορούμε να αντικαταστήσουμε τα γλυκά ενώ με προϊόντα όπως το γιαούρτι που μπορούμε να το εμπλουτίσουμε για παράδειγμα με ξηρούς καρπούς, λαμβάνουμε ασβέστιο για την σωστή ανάπτυξη των οστών του εμβρύου. 

Αποφεύγουμε ενδιάμεσα γεύματα όπως χυμούς με ζάχαρη, γλυκά, πατατάκια, σφολιάτες, έτοιμα γεύματα τύπου fast food.

Τρώμε άπαχα κρέατα και διαλέγουμε κρέας που δεν έχει πέτσα όπως κοτόπουλο και τα ψήνουμε ή τα βράζουμε ενώ τα ψάρια, προτιμότερο είναι, να είναι φρέσκα και όχι κατεψυγμένα.

Στην μαγειρική, καλό είναι να προτιμάται ελαιόλαδο αντί για βούτυρο και να αποφεύγονται όσο το δυνατόν περισσότερο τα τηγανητά και τα παστά ενώ φυσικά δεν επιτρέπεται η κατανάλωση αλκοόλ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ