Logodiatrofis.gr
Τροφογνωσια

Μέλι: Η διατροφική του αξία

Για να φτάσει το μέλι στο κάθε νοικοκυριό ακολουθεί μεγάλο ταξίδι. Το νέκταρ συλλέγεται και η σακχαρόζη μέσω των μελισσών μετατρέπεται σε φρουκτόζη και γλυκόζη.

Ποσότητα ανά 100gr
Θερμίδες (kcal) 304
Λιπίδιο 0 g
Κορεσμένα λιπαρά 0 g
Πολυακόρεστο λιπαρό οξύ 0 g
Μονοακόρεστο λιπαρό οξύ 0 g
Χοληστερόλη 0 mg
Νάτριο 4 mg
Κάλιο 52 mg
Υδατάνθρακες 82 g
Φυτικές ίνες 0,2 g
Ζάχαρη 82 g
Πρωτεΐνη 0,3 g
Βιταμίνη A 0 IU Βιταμίνη C 0,5 mg
Ασβέστιο 6 mg Σίδηρος 0,4 mg
Βιταμίνη D 0 IU Βιταμίνη B6 0 mg
Βιταμίνη B12 0 µg Μαγνήσιο 2 mg

Στις πηγές περιλαμβάνονται: USDA

Οι μονοσακχαρίτες αυτοί αποθηκεύονται στις κερήθρες, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν στη διάρκεια του χειμώνα.

Χάρη στα φτερά των μελισσών εξατμίζεται και το υπολειπόμενο νερό που υπάρχει στο αρχικό μέλι.

Η τελική μορφή που προκύπτει είναι το γνωστό σε όλους μας, μέλι (βλέπε Πίνακα 1 για τη σύσταση του).

Η Ευρωπαϊκή Ένωση προάγει την υγεία των μελισσών καθώς το 84% των Ευρωπαϊκών καλλιεργειών εξαρτάται από τον επικονιασμό των μελισσών.

Γίνεται φανερό ότι πέρα απ’ την παραγωγή μελιού, οι μέλισσες βοηθούν και στον επικονιασμό των φυτών.

Για τους λόγους αυτούς η Ευρωπαική Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA) εξέδωσε οδηγία για την αξιολόγηση της χρήσης των φυτοφαρμάκων αλλά και των πιθανών κινδύνων που μπορούν να προκαλέσουν στις μέλισσες.

Σύσταση του μελιού

Παρότι η σύσταση του μελιού μπορεί να επηρεαστεί από πολλούς παράγοντες όπως η εποχή, το κλίμα, οι ποικιλίες των νέκταρ και οι διάφορες κατεργασίες, τα κύρια θρεπτικά συστατικά είναι οι υδατάνθρακες (φρουκτόζη και γλυκόζη).

Πέραν του νερού το μέλι περιέχει μικρές ποσότητες πρωτεϊνών, βιταμινών, ιχνοστοιχείων, μετάλλων και πολυφαινολών (φλαβονοειδή από τη γύρη).

Το μέλι αποτελείται από μικρούς κρυστάλλους, οι οποίοι μετατρέπονται σε μεγάλους λόγω συγκεκριμένων παραγόντων κάνοντας επίσης την υφή του τραγανή.

Τέτοιοι παράγοντες είναι η μεγάλη περίοδος αποθήκευσης, η χαμηλή θερμοκρασία αλλά και η υψηλότερη περιεκτικότητα σε γλυκόζη.

Η διαδικασία αυτή μπορεί να αντιστραφεί με θέρμανση σε χαμηλή θερμοκρασία.

Αλλά ακόμη και αυτή η διαδικασία μπορεί να προκαλέσει αλλοιώσεις στο χρώμα, σκουραίνοντας το, απομακρύνοντας τα φλαβονοειδή και καταστρέφοντας τα ένζυμα.

Πίνακας 1. Σύσταση του μελιού (βάση ανάλυσης 8 διαφορετικών ειδών).

 Ανά 100 g  Ανά μερίδα 20 g
 Ενέργεια  288 kcal/1229 kJ  58 kcal/246 kJ
 Λιπίδια (g)  0  0
 Υδατάνθρακες (g)  76,4  15,3
 – φρουκτόζη (g)  41,8  8,4
 – γλυκόζη (g)  34,6  6,9
 Πρωτεΐνες (g)  0,4  0,08
 Άλλα συστατικά
 Νερό (g)  17,5  3,5

Μέλι και υγεία

Η χρησιμοποίηση του μελιού στην παραδοσιακή ιατρική κάνει την εμφάνιση της εδώ και χιλιετίες.

Η χαμηλή περιεκτικότητα του σε υγρασία, το υπεροξείδιο του υδρογόνου και η οξύτητα του (μέση 3,9), καθιστούν ένα αφιλόξενο περιβάλλον για τους μικροοργανισμούς.

Γι αυτό το λόγο, το ιατρικό τύπου μέλι χρησιμοποιείται στην επίδεση πληγών προσφέροντας τις αντιφλεγμονώδεις και αντιοξειδωτικές του ιδιότητες.

Παρ’ όλες τις ευεργετικές του ιδιότητες, συστήνεται η αποφυγή του από βρέφη 12 μηνών και κάτω, καθώς μπορεί να περιέχει σπόρια του Clostridium botulinum, τα οποία πιθανόν να προκαλέσουν σοβαρές μολύνσεις στα βρέφη. Οι αντιοξειδωτικές ουσίες του μελιού, όπως η χρυσίνη (φλαβονοειδές), η βιταμίνη C και η καταλάση (ένζυμο) πιστεύεται ότι του δίνουν αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες.

Ο γλυκαιμικός δείκτης του μελιού (GI) βρισκεται γύρω στο 55, το οποίο το κατατάσσει στα τρόφιμα χαμηλού-μέτριου GI.

Αποτελεί επομένως ένα πολύ χρήσιμο τρόφιμο σε διαίτες χαμηλού GI, καθώς τέτοια τρόφιμα προκαλούν μικρότερη αύξηση των τιμών γλυκόζης στο αίμα, οι οποίες βοηθούν στην αντιμετώπιση μεταβολικών καταστάσεων (σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2).

Η ελάττωση της γλυκόζης του αίματος επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες όπως οι διαιτητικές ίνες, οι πρωτεΐνες, τα λιπίδια, την επεξεργασία κατά τη διάρκεια του μαγειρέματος αλλά και τη συνολική πρόσληψη υδατανθράκων.

Κλινικές μελέτες δείχνουν ότι το μέλι ίσως έχει ρόλο στην διαχείριση του σωματικού βάρους, ενώ θα πρέπει να διερευνηθούν περαιτέρω στοιχεία που δείχνουν ότι το μέλι προάγει τον κορεσμό αλλά και ότι επηρεάζει τα επίπεδα ορμονών του εντέρου.

Η καθημερινή κατανάλωση του μελιού συγκριτικά με εκείνη της σακχαρόζης παρουσιάζει ευεργετικά αποτελέσματα όπως δείχνουν ερευνητικές μελέτες.

Οι μελέτες όμως αυτές βασίζονται σε υψηλές προσλήψεις μελιού όπως 70 γραμμαρίων την ημέρα που ισοδυναμεί με 3,5 μερίδες (200 kcal). Η πρόσληψη θερμίδων πάνω από τις ενεργειακές ανάγκες θα οδηγήσει σε αύξηση βάρους, εκτός και αν υπάρχει εξισορρόπηση με φυσική δραστηριότητα.

Παρότι το μέλι φαίνεται να έχει σημαντικά οφέλη για την ανθρώπινη υγεία είναι αναγκαίο να υπάρξουν περαιτέρω ερευνητικά δεδομένα.

Πέτρος Αθουσάκης
Τελειόφοιτος Διαιτολόγος-Διατροφολόγος
Τηλ.: 6976900721
Email: petath7@gmail.com

 

Βιβλιογραφία
1. National Honey Board (2014). How honey is made.
2. Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2010). Η υγεία των μελισσών.
3. European Food Safety Authority (EFSA) (2013). Guidance on the risk assessment of plant protection products on bees (Apis mellifera, bombus spp. and solitary bees). Parma, Italy: EFSA.
4. Bogdanov S, Jurendic T, Sieber R, et al. (2008). Honey for nutrition and health: a review. Journal of the American College of Nutrition 27:677-689.
5. McCance RA & Widdowson EM (2010). The composition of foods (pp. 334-335) 6th Ed. Cambridge, England: Food Standards Agency.
6. Scientific committee on veterinary measures relating to public health (2002). Opinion of the scientific committee on veterinary measures relating to public health on honey and microbiological hazards. Brussels: European Commission.
7. Ruxton C (2013). Honey: Natural, healthier sweetness. Network Health Dietitian 81:25-26.
8. Larson-Meyer DE et al. (2010). Effect of honey versus sucrose on appetite, appetite-regulating hormones, and postmeal thermogenesis. Journal of the American College of Nutrition 29:482-93.
9. Vaghoobi N, Al-Waili N, Ghayour –Mobarhan M, et al. (2008). Natural honey and cardiovascular risk factors; effects on blood glucose, cholesterol, triacylglycerole, CrP and body weight compared with sucrose. Scientific World Journal 20:463-9.
10. Brand-Miller J, McMillan-Price J, Steinbeck K, et al. (2009). Dietary Glycemic Index: Health Implications. Journal of the American College of Nutrition 28:446S-449S.
11. Schwingshack L & Hoffman G (2013). Long-term effects of low glycemic index/load vs. high glycemic index/load diets on parameters of obesity and obesity-associated risks: A systematic review and meta-analysis. Nutrition, Metabolism and Cardiovascular Health 23(8):699-706.
12. Eufic. (The European Food Information Council)

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ