Logodiatrofis.gr
Με αποψη... (dGrigorakis blog)

Όταν η καθημερινή διατροφή βρίσκεται σε αντίθεση με τις απόψεις των ειδικών

Πριν από δύο ημέρες επισκέφθηκα ένα φαρμακείο της γειτονιάς μου προκειμένου να προμηθευτώ κάποια παυσίπονα…

Με την ευκαιρία της παραμονής μου στο φαρμακείο σκέφθηκα να ρωτήσω τη φαρμακοποιό σχετικά με το μουρουνέλαιο (διαθέσιμους τύπους, κόστος κλπ.). Προς έκπληξη μου, στην ερώτηση μου η φαρμακοποιός αντί να με πληροφορήσει για τα παραπάνω, απάντησε κοφτά: «το μουρουνέλαιο δεν πρέπει να το λαμβάνετε το καλοκαίρι!». Χωρίς να χρησιμοποιήσω την ιδιότητα μου και κρίνοντας ότι οι διατροφικές γνώσεις της είναι μάλλον περιορισμένες, αποχώρησα από το φαρμακείο με τα προϊόντα για τα οποία το είχα επισκεφθεί. Ωστόσο, μου έμεινε στο μυαλό η τοποθέτηση της φαρμακοποιού την οποία σκέφθηκα ότι μάλλον έχω ξανακούσει…

Μάλιστα κάπου διάβασα πρόσφατα (φυσικά σε ανυπόγραφο κείμενο στο διαδίκτυο ) ότι «το μουρουνέλαιο, δεν είναι σωστό να χρησιμοποιείται περισσότερο από 2 μήνες το χρόνο». Τις συγκεκριμένες τοποθετήσεις τις θεωρώ απόλυτα λανθασμένες και πιστεύω ότι είναι αυτονόητο χρέος μου να τοποθετηθώ, διαλευκαίνοντας το εν λόγω ζήτημα. Φαντάζομαι το επιχείρημα τόσο της συγκεκριμένης φαρμακοποιού όσο και εκείνων των λίγων χωρίς σοβαρή επιστημονική κατάρτιση που το υποστηρίζουν, είναι ότι εφόσον το μουρουνέλαιο περιέχει βιταμίνη D δεν το χρειαζόμαστε το καλοκαίρι με δεδομένο ότι «αυτονόητα» συνθέτουμε τη συγκεκριμένη βιταμίνη εξαιτίας της έκθεσης μας στο ήλιο.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Το μουρουνέλαιο, ως συμπυκνωμένη πηγή ζωτικών θρεπτικών συστατικών,  χρησιμοποιήθηκε εκτενώς στην Ελλάδα εδώ και πολλές δεκαετίες προκειμένου να ενισχύσει το ανοσοποιητικό σύστημα, τόσο των παιδιών όσο και των ενηλίκων. Πράγματι, το υψηλής ποιότητας μουρουνέλαιο διαθέτει αυξημένη διατροφική αξία. Αποτελεί εξαιρετική πηγή ωμέγα-3 λιπαρών οξέων (DHA: 600 mg/5ml, ΕΡΑ: 400 mg/5ml) και της ιδιαίτερα σημαντικής βιταμίνης D (400 IU/5ml). Ταυτόχρονα, περιέχει σημαντική ποσότητα βιταμίνης Α (250 μg/5ml) και βιταμίνης Ε (10 mg/5ml).

Σχετικά με το θέμα που μας ενδιαφέρει, η προτεινόμενη δοσολογία λήψης είναι 1 κουταλάκι του γλυκού (5ml) την ημέρα. Σε αυτή την ποσότητα η περιεκτικότητα βιταμίνης D είναι 10 μg ή 400 IU. Αντιπαραβάλλοντας την ημερήσια απαίτηση σε βιταμίνη D, τόσο με τα δεδομένα της βιβλιογραφίας όσο και από τους επίσημους πίνακες, μπορούμε να βγάλουμε ορισμένα χρήσιμα συμπεράσματα.

Ποια είναι η ημερήσια απαιτούμενη ποσότητα πρόσληψης βιταμίνης D

Είναι γεγονός ότι εδώ και πολλά χρόνια το ζήτημα της ημερήσιας απαίτησης πρόσληψης βιταμίνης D αποτελεί αντικείμενο διχογνωμίας. Σύμφωνα με την άποψη κάποιων ερευνητών για την πρόσληψη βιταμίνης D σχετικά το στόχο προσέγγισης των βέλτιστων της επιπέδων στο αίμα (>30 ng/ml), θα πρέπει να είναι 1.000 IU/ημέρα για όλους τους ενήλικες άνω των 18 ετών (Vieth 2004).

Η πρόσληψη λιγότερο από 800 IU βιταμίνης D/ημέρα είναι ανεπαρκής, με δεδομένο ότι αυτή η ποσότητα δεν μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα της 25(OH)Dπάνω από τα 20 ng/ml (Lips 2004). Παρότι διάφοροι άλλοι ερευνητές πιστεύουν ότι δεν είναι γνωστό το επίπεδο πρόσληψης βιταμίνης D που απαιτείται, προκειμένου να υποστηριχθεί η βέλτιστη ανοσοποιητική λειτουργία, το προσδιορίζουν πιθανώς, σε εκείνο που απαιτείται τουλάχιστον για τη διατήρηση υγιών οστών και την αποτροπή του κινδύνου της οστεοπόρωσης. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες συστάσεις της Αμερικανικής Ενδοκρινολογικής Εταιρείας το 2014, απαιτούνται 400-1.000 IU, 600-1.000 IU και 1.500-2.000 IU βιταμίνης D καθημερινά σε άτομα 0-1 ετών, 1-18 ετών και 19-70 ετών αντίστοιχα.

Οι συγκεκριμένες συστάσεις για την ημερήσια πρόσληψη μπορούν να βοηθήσουν στη διατήρηση των επιπέδων της 25(ΟΗ)D ορού άνω των 30 ng/ml, με την επιθυμητή τιμή να είναι μεταξύ 40 και 60 ng/ml (Holick et al. 2011). Προχωρώντας στην μελέτη των επίσημων πληροφοριών διαπιστώνουμε ότι το 2010 η Συνιστώμενη Ημερήσια Απαίτηση (RDA) για τους Αμερικανούς πολίτες ανεξάρτητα από την εποχή του έτους, ήταν 600 IU για τα άτομα ηλικίας 1-70 ετών, για έγκυες και θηλάζουσες γυναίκες, και 800 IU για τα ηλικιωμένους άνω των 71 ετών (Institute of Medicine, Food and Nutrition Board, 2010). Ομοίως, το 2015 οι αναθεωρημένες διαιτητικές συστάσεις για τους Αμερικανούς συστήνουν ημερήσια πρόσληψη 600 IU για όλες τις ομάδες πληθυσμού (USDA 2015).

Σύμφωνα έστω και με τα συγκεκριμένα επίσημα αμερικάνικα δεδομένα (για ημερήσια πρόσληψη 600 IU) η πρόσληψη 1 κουταλιού του γλυκού μουρουνέλαιο, αντιστοιχεί στο 67% της ημερήσιας απαίτησης. Ας ρίξουμε τώρα μία ματιά στον παρακάτω πίνακα που αναφέρει την περιεκτικότητα διαφόρων τροφίμων σε βιταμίνη D. Θα διαπιστώσουμε σε πρώτη φάση ότι οι διατροφικές πηγές της είναι περιορισμένες και αρκετά σπάνιες αναφορικά με την καθημερινή κατανάλωσή τους.

Πίνακας: Διατροφικές πηγές της βιταμίνης D [USDA 2011]

Τρόφιμο

IUs* ανά μερίδα

Ξιφίας

566

Σολομός

447

Τόνος

154

Χυμός πορτοκάλι εμπλουτισμένος σε vitaminD, 1 φλιτζάνι

137

Γάλα χαμηλό σε λιπαρά, πλήρες, εμπλουτισμένο σε vitaminD, 1 φλιτζάνι

115-124

Γιαούρτι, 20% εμπλουτισμένο σε βιταμίνη D, 1 κεσεδάκι

80

Μαργαρίνη, 1 κουτ. Σούπας

60

Σαρδέλες

46

Συκώτι

42

Αυγό, 1 μεγάλο (η βιταμίνη D βρίσκεται στον κρόκο)

41

Έτοιμα δημητριακά πρωινού 10% εμπλουτισμένα σε βιταμίνη D, 1 φλιτζάνι

40

Τυρί Ελβετικό

6

*IUs = International Units (ΔιεθνείςΜονάδες).

Όπως είναι φανερό από τον παραπάνω πίνακα είναι σχετικά απίθανο να προσλαμβάνουμε καθημερινά την απαιτούμενη ποσότητα βιταμίνης μέσα από τα τρόφιμα καθημερινής χρήσης (σίγουρα δεν καταναλώνουμε καθημερινά ξιφία, σολομό και τόνο που διαθέτουν την υψηλότερη ποσότητα ανά μερίδα), ή πολύ περισσότερο να την υπερβούμε στην περίπτωση που λαμβάνουμε συμπληρωματικά 1 κουταλάκι του γλυκού μουρουνέλαιο.

Έτσι κι αλλιώς, οι 400 IU (Διεθνείς Μονάδες) που περιέχει το μουρουνέλαιο στην ποσότητα αυτή είναι σε κάθε περίπτωση εξαιρετικά ασφαλής (η ανώτερη ημερήσια ασφαλής δοσολογία βιταμίνης D, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων – EFSA – είναι έως 4.000 IU). Επομένως, μπορούμε να παίρνουμε επ’ ωφελεία μας το μουρουνέλαιο ακόμη και τον Ιούλιο – Αύγουστο, λαμβάνοντας επιπλέον υπόψιν την πολύ υψηλή πιθανότητα (όπως διαπιστώνεται από τις διαρκείς αναφορές τις βιβλιογραφίας) να παρουσιάζουμε χαμηλά επίπεδά της στο αίμα.

Βιβλιογραφία:

  • Holick MF (2010). The vitamin D deficiency pandemic: A forgotten hormone important for health. Public Health Rev 32:267–283.
  • Holick MF, Binkley NC, Bischoff-Ferrari HA, Gordon CM, Hanley DA, Heaney RP, Murad MH & Weaver CM (2011). Evaluation, treatment, and prevention of vitamin D deficiency: An endocrine society clinical practice guideline. J Clin Endocrinol Metab 96:1911–1930.
  • Institute of Medicine, Food and Nutrition Board. Dietary Reference Intakes for Calcium and Vitamin D. Washington, DC: National Academy Press, 2010.
  • Lips P (2004). Which circulating level of 25-hydroxyvitamin D is appropriate? J Steroid Biochem Mol Biol 89–90:611–614.
  • S. Department of Agriculture, Agricultural Research Service. 2011. USDA National Nutrient Database for Standard Reference, Release 24. Nutrient Data Laboratory Home Page, http://www.ars.usda.gov/ba/bhnrc/ndl.
  • S. Department of Agriculture, Agricultural Research Service. 2015. DIETARY GUIDELINES FOR AMERICANS 2015-2020 http://health.gov/dietaryguidelines/2015/guidelines.
  • Vieth R (2004). Why the optimal requirement for Vitamin D(3) is probably much higher than what is officially recommended for adults. J Steroid Biochem Mol Biol 89(90):575–579.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ