Logodiatrofis.gr
Τροφογνωσια

Ελαιόλαδο και Υγεία (2)

Το ελαιόλαδο αποτελεί ένα πολύ σημαντικό προϊόν για τις μεσογειακές χώρες, εδώ και αιώνες.

Μικροσυστατικά του ελαιολάδου

Γ. Σκουαλένιο

Ο κύριος υδρογονάνθρακας στο ελαιόλαδο είναι το σκουαλένιο, ένα τριτερπένιο που αποτελεί ενδιάμεσο της βιοσυνθετικής οδού της  χοληστερόλης. Έλαβε το όνομά του λόγω της παρουσίας του στο έλαιο από συκώτι καρχαρία (squalus SSP), στο οποίο περιέχεται σε μεγάλες ποσότητες (Kelly 1999). Το παρθένο ελαιόλαδο περιέχει σκουαλένιο σε ποσότητα περίπου 400–450 mg/100 g, ενώ το ραφιναρισμένο ελαιόλαδο περιέχει, περίπου, κατά 25% λιγότερο (Owen et al 2000). Μερικές δημοσιεύσεις αναφέρουν επίπεδα σκουαλενίου έως και 700 mg/100 g στο παρθένο ελαιόλαδο (Smith 2000).

Σύμφωνα με τη Smith (2000), στις ΗΠΑ, η μέση πρόσληψη σκουαλενίου από τη διατροφή ανέρχεται σε 30 mg ημερησίως. Ωστόσο, με υψηλή κατανάλωση παρθένου ελαιολάδου η λήψη μπορεί να φθάσει στα 200–400 mg ημερησίως, όπως ακριβώς παρατηρείται στις μεσογειακές χώρες (Smith 2000). Ορισμένα άτομα ενδεχομένως καταναλώνουν έως και 1 g σκουαλενίου ημερησίως μέσω της διατροφής τους (Gylling & Miettinen 1994). Τα τελευταία χρόνια, η χρήση του σκουαλενίου αποτελεί εναλλακτική θεραπεία (Chan et al 1996, Miettinen & Vanhanen 1994) και έναντι διαφόρων μορφών καρκίνου. Επιδημιολογικά και πειραματικά ευρήματα επισημαίνουν αντικαρκινικές ιδιότητες και υπογραμμίζουν το ρόλο που μπορεί να διαδραματίζει η συγκεκριμένη θρεπτική ουσία στη θεραπευτική αγωγή, αλλά και στην πρόληψη του καρκίνου (Landa et al 1994, Martin-Moreno et al 1994). Στην Ελλάδα, οι γυναίκες λόγω του ελαιολάδου παρουσιάζουν καρκίνο του μαστού σε συχνότητα που είναι μόλις το 1/3 της αντίστοιχης συχνότητας των γυναικών στις ΗΠΑ (Newmark 1999). Δύο μελέτες ελέγχου στην Ισπανία έδειξαν ότι οι γυναίκες που καταναλώνουν μεγάλη ποσότητα ελαιολάδου διατρέχουν μειωμένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού (Landa et al 1994, Martin-Moreno et al 1994).

Σε μια άλλη μεγάλη μελέτη στην Ελλάδα, ο κίνδυνος καρκίνου του μαστού εμφανίστηκε κατά 25% μειωμένος σε γυναίκες που καταναλώνουν ελαιόλαδο περισσότερο από μία φορά την ημέρα (Trichopoulou et al 1995). Επίσης, και στην Ιταλία αναφέρονται εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά καρκίνου του μαστού. Είναι γνωστό ότι στην Ιταλία το 80% της κατανάλωσης εδώδιμου ελαίου είναι ελαιόλαδο (Franceschi et al 1996). Μια Ιταλική μελέτη ανέφερε ότι υπάρχει σημαντικά αντίστροφη σχέση ανάμεσα στην πρόσληψη ελαιολάδου και στον κίνδυνο καρκίνου του παγκρέατος (La Vecchia & Negri 1997). Δύο εξέχοντες ερευνητές, ο Harold L. Newmark και η Teresa J. Smith, δηλώνουν ότι αφού το σκουαλένιο περιέχεται σε μεγάλη ποσότητα στο ελαιόλαδο, πιθανόν να αποτελεί τον κρίσιμο παράγοντα που συμβάλλει, όπως αναφέρουν επιδημιολογικές παρατηρήσεις, στο μειωμένο κίνδυνο για διάφορες μορφές καρκίνου που συνδέονται με την πρόσληψη ελαιολάδου (Newmark 1999, Smith 2000).

Προκαταρκτικές μελέτες δείχνουν ότι το σκουαλένιο με τη διατροφή ενδεχομένως να επιφέρει και άλλα οφέλη (Rao et al 1998, Smith et al 1998, Yamaguchi et al 1985), εκτός από αντικαρκινογόνα αποτελέσματα. Ο Kohno και οι συνεργάτες του παρατήρησαν ότι το σκουαλένιο αποτελεί ένα ισχυρό κατασταλτικό για το δραστικό οξυγόνο, προστατεύοντας την επιφάνεια του ανθρωπίνου δέρματος από την υπεροξείδωση των λιπιδίων, η οποία προκαλείται λόγω της έκθεσης στο υπεριώδες φως και σε άλλες εστίες οξειδωτικών βλαβών (Kohno et al 1995). Σύμφωνα με μελέτες που έγιναν σε πειραματόζωα, το σκουαλένιο φαίνεται επίσης ότι παίζει σημαντικό ρόλο στην υγεία του οφθαλμού και ειδικά στα φωτοευαίσθητα ραβδία του αμφιβληστροειδούς (Fliesler et al 1997). Επιπλέον, αρκετές ομάδες ερευνητών έχουν αναφέρει ότι τα πειραματόζωα που τρέφονται με σκουαλένιο επιδεικνύουν αυξημένη ικανότητα αποβολής τοξικών ουσιών, όπως το εξαχλωροβενζόλιο ή τη στρυχνίνη (Kamimura et al 1992, Richter & Schafer 1982, Richter et al 1982).

Δ. Οι στερόλες του ελαιολάδου

Οι στερόλες αποτελούν απαραίτητο συστατικό των κυτταρικών μεμβρανών και διακρίνονται στις ζωικές, με κύριο εκπρόσωπο τη χοληστερόλη (απαντάται αποκλειστικά στα ζώα), και στις φυτοστερόλες, οι οποίες συναντώνται στα φυτά. Μέχρι στιγμής, έχουν αναγνωριστεί περισσότερες από 40 στερόλες, ενώ η συνολική ποσότητά τους στο ελαιόλαδο, όπως αναφέρουν διάφορες ερευνητικές ομάδες, κυμαίνεται μεταξύ 113–265 mg/100 g ελαιολάδου (Gutierrez et al 1999, Kiritsakis & Markakis 1987).

Η σημασία των στερολών (β-σιτοστερόλη) του ελαιολάδου

α. Επίδραση στις συγκεντρώσεις χοληστερόλης στο αίμα

Η κατανάλωση φυτικών στερολών προκαλεί μειωμένες συγκεντρώσεις ολικής χοληστερόλης και λιποπρωτεΐνών χαμηλής πυκνότητας στο αίμα (Jones et al 1997, Law 2000). Ο μηχανισμός πιθανόν αφορά στην αναστολή της εντερικής απορρόφησης της χοληστερόλης. Επιπλέον, ενδέχεται να επηρεάζεται ο μεταβολισμός της χοληστερόλης στο ήπαρ και στο έντερο. Η ποσότητα των φυτοστερολών που προσλαμβάνεται με διατροφή πλούσια σε παρθένο ελαιόλαδο παρέχει πλεονεκτήματα στη συγκέντρωση χοληστερόλης στο αίμα και ειδικότερα σε υπερλιπιδαιμικούς ασθενείς ή σε ανθρώπους που πραγματοποιούν διατροφή πλούσια σε χοληστερόλη (Pelletier et al 1995).

β. Φυτοστερόλες και καρκίνος

Υπάρχουν αρκετές αναφορές για τις αντι-ογκογονικές επιδράσεις των φυτοστερολών και ειδικότερα της β-σιτοστερόλης (Awad et al 1996, de Stefani et al 2000, Nair et al 1984). Τα ευρήματα είναι πολύ ενθαρρυντικά για τις φυτοστερόλες και ειδικότερα για τη β-σιτοστερόλη, εφόσον ενδέχεται να παρουσιάζουν σημαντική προστατευτική δράση σε μορφές καρκίνου όπως του προστάτη, του εντέρου, του μαστού και του στομάχου (Awad et al 2000, Klippel et al 1997, Raicht et al 1980, Von Holtz et al 1998, Wilt et al 1999).

Ε. Οι αρωματικές ενώσεις του ελαιολάδου

Περισσότερες από 70 ενώσεις θεωρείται ότι συμβάλλουν στο μοναδικό άρωμα και τη γεύση της ελιάς και του ελαιολάδου. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται ενώσεις όπως οι αλδεΰδες, π.χ. η εξανάλη (hexanal), η νοναλάνη (nonanal), η 1-εξανόλη και η 2,4-δεκαδιενάλη. Επιπλέον, οι αλειφατικοί και αρωματικοί υδρογονάνθρακες, οι αλκοόλες, οι κετόνες, οι αιθέρες, οι εστέρες, καθώς επίσης και το φουράνιο και θειοτερπενικά παράγωγα, συμβάλλουν σημαντικά στην οσμή και την ωραία γεύση του ελαιολάδου (Kiritsakis & Markakis 1987).

Η σημασία των αρωματικών ενώσεων του ελαιολάδου στην ανθρώπινη υγεία 

Το φύλλο και ο καρπός της ελιάς είναι γνωστά για τη φυσική τους ανθεκτικότητα στην προσβολή από τα μικρόβια και τα έντομα. Οι επιπτώσεις της συγκεκριμένης παρατήρησης δεν είναι σήμερα σαφείς, αλλά με δεδομένο ότι μερικά από αυτά τα βακτηρίδια, τους μύκητες ή τις τοξίνες που παράγονται από αυτούς είναι επιβλαβή στους ανθρώπους, η αντιμικροβιακή και προστατευτική επίδραση των αρωματικών ενώσεων είναι μια ακόμα πτυχή των ευεργετικών επιπτώσεων του ελαιολάδου στην ανθρώπινη υγεία (Kubo et al 1995).

Το ελαιόλαδο προστάτης της υγείας μας

 Τα μικροσυστατικά του ελαιολάδου παρουσιάζουν ευεργετικά αποτελέσματα στην ανθρώπινη υγεία. Το ελαιόλαδο περιέχει βιταμίνες, όπως τοκοφερόλες (βιταμίνη Ε), φαινόλες, υδρογονάνθρακες (σκουαλένιο), στερόλες (φυτοστερόλες) και αρωματικές ενώσεις. Μεγάλος αριθμός μελετών έχει αναδείξει τα ευνοϊκά αποτελέσματα των συστατικών αυτών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η αντικαρκινογόνος δράση τους. Η σχετικά υψηλή περιεκτικότητα του ελαιολάδου σε σκουαλένιο και φυτοστερόλες επαυξάνει τα ωφέλιμα αποτελέσματά του στην ανθρώπινη υγεία. Δεδομένου ότι υπάρχει πιθανότητα για πρόσθετη συνεργική δράση μεταξύ υδρογονανθράκων, φυτοστερολών, φαινολών, τοκοφερολών, αρωματικών ενώσεων και της ευνοϊκής σύστασης των μονοακόρεστων λιπαρών οξέων, τα συνολικά οφέλη που προσφέρει το ελαιόλαδο στην υγεία ενδέχεται να είναι ακόμη υψηλότερα από το άθροισμα των επιμέρους δράσεων (Baldioli et al 1996, Kiritsakis & Markakis 1987).

Συμπέρασμα: Το ελαιόλαδο αποτελεί ένα σπουδαίο διατροφικό θησαυρό!

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΤΟ ΜΕΡΟΣ 1

Αναδημοσίευση από το βιβλίο του Δρ. Δημήτρη Γρηγοράκη: Η Νέα Αντιοξειδωτική Δίαιτα ORAC (ΒΗΤΑ Ιατρικές Εκδόσεις, ΑΘήνα 2010).

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ